- Χοϊδάς
- Επώνυμο οικογένειας της Κεφαλονιάς. 1. Γεώργιος (1772 – 1848). Σπούδασε νομικά στην Πάντοβα και αργότερα γεωπονία στη Βονωνία. Γύρισε στην Κεφαλονιά και στη διάρκεια του 1821 ενίσχυσε οικονομικά τα αποσπάσματα των συμπατριωτών του που πήραν μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις και προσέφερε άσυλο στους καταδιωγμένους αγωνιστές. 2. Δανιήλ (1772 – 1842). Σπούδασε νομικά στην Πίζα. Όταν γύρισε στην Κεφαλονιά έγινε αρχικά δικαστικός. Αργότερα υπηρέτησε ως διοικητικός υπάλληλος και χρημάτισε διαδοχικά ύπαρχος Κυθήρων και Λευκάδας. 3. Ιωάννης (1733 – 1820). Αδελφός του προηγουμένου. Σπούδασε νομικά στη Βονωνία και στην Πάντοβα. Εγκαταστάθηκε, για σύντομο χρονικό διάστημα, στη Βενετία και στη συνέχεια γύρισε στην Κεφαλονιά, όπου εξελέγη μέλος της Ιόνιας Γερουσίας. Διετέλεσε επίσης πρόεδρος της τοπικής διοίκησης της Κεφαλονιάς έως το 1802. Αργότερα πήρε μέρος στην επιτροπή των γερουσιαστών, η οποία συνέταξε το Σύνταγμα της Επτανήσου (1817). 4. Παΐσιος ο άγιος (1609 – 1683). Το κοσμικό του όνομα ήταν Πέτρος. Σε νεαρή ηλικία αφοσιώθηκε στα θεία, έγινε μοναχός και μόνασε στη μονή των Σισίων. Είχε μεγάλη θεολογική μόρφωση και ήταν θερμός πατριώτης. Όταν έγινε επίσκοπος, ίδρυσε πνευματικό ίδρυμα στο οποίο, εκτός από τα θρησκευτικά και την ελληνική γλώσσα, οι μαθητές διδάσκονταν στοιχειώδεις γνώσεις ελληνικής ιστορίας. Οι προσπάθειες του Παΐσιου για την πνευματική αναγέννηση και την εθνική διαπαιδαγώγηση προκαλούσαν την εχθρότητα των Βενετών, οι οποίοι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να εμποδίσουν το έργο του. 5. Πέτρος (1702 – 1778). Γιος του Δανιήλ και της Μαρίας Τυπάλδου και εγγονός του αδελφού του Παΐσιου Φαράνδου. Σε μικρή ηλικία πήγε στη Βονωνία (Βιδίνιο) όπου σπούδασε νομικά. Διακρίθηκε για τη βαθιά γνώση των νόμων και, ύστερα από σύντομη παραμονή στη Βενετία, έγινε δικαστής στην Κέρκυρα. Εκεί προβιβάστηκε αργότερα στον βαθμό του αρχιδικαστή. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Αργοστόλι, όπου, έως τον θάνατό του, διετέλεσε σύμβουλος της τοπικής διοίκησης. 6. Πέτρος (1779 – 1840). Σπούδασε νομικά στην Πάντοβα και την Πίζα. Όταν γύρισε στην πατρίδα του, ακολούθησε τον δικαστικό κλάδο. Εξελέγη γερουσιαστής και πήρε μέρος στη σύνταξη του Συντάγματος του 1817. Ο Πέτρος έγραψε διάφορα έργα, το κυριότερο από τα οποία τιτλοφορείται Ειδήσεις περί της νήσου Κεφαλληνίας, ιστορική μελέτη. 7. Ρόκκος (Κεφαλληνία 1830 – Χαλκίδα 1890). Δικαστικός, πολιτευτής και δημοσιολόγος, γνωστός κυρίως για τους αδιάλλακτους αγώνες του εναντίον της μοναρχίας. Σπούδασε στην Ιταλία και αρχικά ακολούθησε τον δικαστικό κλάδο. Όταν υπηρετούσε ως ανώτερος δικαστικός στην Αθήνα, ανακατεύτηκε στην πολιτική, θέλοντας να προβάλει τις δημοκρατικές και αντιμοναρχικές ιδέες της εποχής του. Για πρώτη φορά εξελέγη βουλευτής το 1875. Η βουλευτική του σταδιοδρομία δεν ήταν απρόσκοπτη ούτε μακροχρόνια: η λαϊκή απήχηση των κηρυγμάτων του δεν αρκούσε για να εξουδετερώσει τις συνεχείς προσπάθειες των αντιπάλων του (μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν και κρατικοί και παρακρατικοί παράγοντες) να εμποδίσουν τις εκλογικές του εκστρατείες (όπως π.χ. κατά την αποτυχία του να εκλεγεί πάλι το χλωροπλάστες1883). Από την άλλη μεριά, οι θαρραλέες και ευφραδείς αγορεύσεις του στη Βουλή εναντίον της μοναρχίας προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις: ο πρώην συνταγματάρχης και βουλευτής Μεσολογγίου Στάικος τον προκαλεί σε μονομαχία και τον τραυματίζει σοβαρά με πιστόλι στους πνεύμονες· τον Νοέμβριο του 1885 επιχειρήθηκε έξω από τη Βουλή δολοφονική απόπειρα εναντίον του, γεγονός που οδήγησε τον X. στην απόφαση να υποβάλει οριστικά παραίτηση –σε ένδειξη διαμαρτυρίας– από το βουλευτικό του αξίωμα. Για λίγο διάστημα ίδρυσε (1885) μαζί με τον φιλελεύθερο νομομαθή Αριστείδη Οικονόμου το βραχύβιο Λαϊκό Κόμμα, με πρόγραμμα καθαρά λαϊκιστικό. Υποστήριξε με πάθος τις δημοκρατικές κινήσεις των νέων του καιρού του (όπως π.χ. τον Δημοκρατικό Σύλλογο των Πατρών και τον Σοσιαλιστικό Σύνδεσμο του Στ. Καλλέργη) και συνεργάστηκε στενά με τον φίλο του Κλεάνθη Τριανταφύλλου στην έκδοση και στην αρθρογραφία του πολιτικοσατιρικού περιοδικού Ραμπαγάς. Η εξωκοινοβουλευτική αντιμοναρχική δραστηριότητά του (διαλέξεις, λαϊκές συγκεντρώσεις, διακηρύξεις και δημοσιεύσεις κάθε είδους) προκάλεσε νέα αντίδραση των αντιπάλων του, οι οποίοι, ύστερα από τη δημοσίευση, στις 4 Σεπτεμβρίου 1888, ενός άρθρου του στο περιοδικό Ραμπαγά, το οποίο θεωρήθηκε υβριστικό για τον βασιλιά Γεώργιο A’ και τον διάδοχο Κωνσταντίνο, τον οδήγησαν σε δίκη στην Άμφισσα και τον καταδίκασαν σε τριετή φυλάκιση. Έτσι, ο X. κλείστηκε στις φυλακές της Χαλκίδας, αρνήθηκε να υπογράψει αίτηση για να του απονεμηθεί βασιλική χάρη και στις 15 Μαΐου 1890 αυτοκτόνησε (όπως υποστηρίζουν μερικοί) ή, όπως είναι περισσότερο πιθανό, πέθανε από υποτροπή της παλιάς του πληγής στον πνεύμονα εξαιτίας των κακουχιών της φυλακής. 8. Στέφανος (1730 – 1806). Σπούδασε ιατρική και φιλοσοφία στη Βονωνία και ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη βοτανική. Όταν γύρισε στην Κεφαλονιά, επιδόθηκε στη μελέτη της χλωρίδας του νησιού. Ο Στέφανος έγραψε διάφορα έργα της ειδικότητάς του, το κυριότερο από τα οποία τιτλοφορείται: Περί των εμποδίων, τα οποία φέρει εις την γεωργίαν η κατάτμησις των γαιών. 9. Φαράνδος (1742 – 1826). Αδελφός του προηγουμένου. Σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία στη Ρώμη όπου και έγινε ιερωμένος. Λίγο αργότερα πήγε στην Πάντοβα και σπούδασε ιατρική. Όταν γύρισε στην Κεφαλονιά, άσκησε το επάγγελμα του γιατρού, ενώ, παράλληλα, είχε μετατρέψει τα σπίτια του στο Αργοστόλι και στο Ληξούρι σε διδακτήρια.
Dictionary of Greek. 2013.